Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

Περίπατοι στον κήπο για δύο - Κριτική της Μαριγώς Αλεξοπούλου

Πόλυ ΜαμακάκηΠερίπατοι στον κήπο για δύο,εκδόσεις (.poema..), Αθήνα 2013
Στον Μανούσο που επίμονα ζητούσε
μια βόλτα στον κήπο όσο έγραφα το κείμενο.
Με την ποιήτρια Πόλυ Μαμακάκη μας συνδέει μια κοινή χρονιά αφετηρίας, η χρονιά του ’76, αλλά και κάποια υπόγεια ρεύματα που πρωτοένιωσα διαβάζοντας την ποιητική της συλλογή εν(d)ός. Βρίσκω έτσι την ευκαιρία να μιλήσω για κάποιες ποιητικές συγγένειες. Η πόλη απλώνεται ως σκηνικό στην ποιητική της συλλογήΠερίπατοι στον κήπο για δύο. Από το ποίημα «Σεσημασμένα σημεία»: Είτε ομίχλη καιρού είτε σκόνη χρόνων / Απλώνεται γύρω από μια πόλη βεβαιότητα. Άλλοτε η πόλη μεταμορφώνεται σε σημείο συνάντησης και βουβής διαμαρτυρίας, όπου το κοινωνικό αδιέξοδο συμπορεύεται με την προσωπική αγωνία για συντροφικότητα. Από το ποίημα «Καλημέρα απογευματινή»: Διαδηλώσεις προσωπικές εντός των θεσμών / Ανάμεσα σε πανό μηχανάκια κόβουν δρόμο από τις ράμπες των αναπήρων / Ανηφορίζω την 3ης Σεπτεμβρίου, ο Λουμίδης κλειστός / Μια φιγούρα με ψάθινο καπέλο παραμερίζει τις ταινίες σκυφτή / Τι να διεκδικήσουμε τώρα που απέμεινε μονάχα το δικαίωμα των συναισθημάτων. Για αυτήν την εποχή υπό το φως της κρίσης γράφει η ποιήτρια και επιμένει πως «το θαύμα γεννήθηκε μεταξύ καλοκαιριού και φθινοπώρου». Εκεί ακριβώς ενεργοποιούνται διάφορες αισθήσεις όπως φαίνεται και από τον τίτλο της συλλογής Περίπατοι στον κήπο,οπότε η ποιήτρια μας προσκαλεί σε έναν περίπατο με τις αισθήσεις μας σε εγρήγορση. Το γλωσσικό αυτό φαινόμενο της ανάμειξης ποικίλων αισθήσεων είναι πολύ συνηθισμένο και στην αρχαία λογοτεχνία. Έτσι επί παραδείγματι ο Σοφοκλής μας μιλάει για παιάνα λαμπερό (Ο.Τ. 186) και για τυφλά αυτιά (Ο.Τ. 371). Έτσι και η σύγχρονη ποιήτρια Πόλυ Μαμακάκη γράφει: Διάφανη μέρα / Απόρροια νύχτας ζεστής / Ανάσες ταξιδεύουν από ‘δω εκεί. Κι αλλού: Με τρυφερό αγιόκλημα έδιωξες τις εμμονές του παρελθόντος / Με άνθη καστανιάς τον πυρετό. Οι λέξεις είναι το οξυγόνο της ποιήτριας και όπως για κάθε συγγραφέα οι περίοδοι βαθιάς σιγής είναι βασανιστικές όπως ενδεικτικά φαίνεται στο ποίημα «Ραντεβού τον Σεπτέμβριο»: Θα σου γράψω πως θα γράψω / (Προς το παρόν θα γράψω). Οι στίχοι γίνονται φυλαχτό κοντά στην ποιήτρια όπως διαβάζουμε στο ποίημα «Αιτία»:Έχω τους στίχους κοντά μου / Σιβηρικά φυλαχτά και στο ποίημα «Ίερές αντιστάσεις»: Δακρύζω κάποτε με τους στίχους / που περνούν τη λεωφόρο πεζή. Ο χρόνος διαστέλλεται στα ποιήματα και γίνεται πραγματικός όπως φαίνεται και μόνο από τους τίτλους των ποιημάτων «Οκτώβριος», «Φεβρουάριος» που συναντιούνται στο μότο στην αρχή του βιβλίου: Όταν ο Οκτώβριος / συνάντησε / τον Φεβρουάριο, / ήταν αργά;
Ο περίπατος στον κήπο παραμένει για δύο, όπως και στο ποίημα «Δείπνο για δύο». Στη δική μου ανάγνωση οι λέξεις και ειδικά οι στίχοι, ο χρόνος και οι αισθήσεις ενσαρκώνονται στη μορφή της γυναίκας – φωτιάς στο ποίημα «Η γυναίκα και η φωτιά». Η πιο μεγάλη επανάσταση είναι η ίδια η τέχνη που αλλάζει κάτι μέσα μας έστω ερήμην μας και μας βοηθάει να κάνουμε τη δουλειά μας καλά. Και η γυναίκα αντέχει, ανάμεσα σε όλα τα ζητήματα της εποχής μας και κάθε εποχής, τη δημιουργία σε όλες της τις μορφές ‒παιδιά, καρβέλια ψωμιού, πίνακες‒ η οδύνη και το θαύμα του Έρωτα (Sylvia Plath, «In Plaster and Context», London Magazine, February 1962). Όπως διαβάζουμε στο τέλος του ποιήματος «Η γυναίκα και η φωτιά»: «Και η ώρα είναι μια γυναίκα από φωτιά» θα γράψει σ’ εκείνον εκείνη / Καίγεται γρήγορα ή αργά, δεν ανάβει με όλα τα ξύλα.

[Από την παρουσίαση του βιβλίου στον πολυχώρο Black Duck την 15η Φεβρουαρίου 2014. Πηγή: frear.gr, 19.02.14, με έργο του Antonio López García.]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου